5 Μαρ 2016

Washington 2016

Τότε που δεν είχαμε διαδίκτυο ούτε δορυφορική τηλεόραση, ένα από τα παράθυρα στον κόσμο ήταν ο σταθμός της Βάσης, ο 1584 στην Αθήνα και 1485 (νομίζω) στη Νέα Μάκρη, μου τον είχε συστήσει η δεύτερη δασκάλα των αγγλικών, που είχε ζήσει κάποια χρόνια στο Μόναχο και οι άνθρωποι εκεί άκουγαν με μανία τον αμερικάνικο σταθμό. Κι ένα δεύτερο παράθυρο ήταν το επίσης αμερικάνικο περιοδικό που δεν βγαίνει πια σε έντυπο, το βρήκα ένα καλοκαίρι στο νησί, την ίδια εποχή της εφηβείας, και έκτοτε ένα μέρος του χαρτζιλικιού μου πήγαινε στη συνδρομή. Δεν ήταν φιλοαμερικανή η δασκάλα, ούτε οι γονείς που μου έδιναν το χαρτζιλίκι, κανείς δεν αγαπούσε τις ΗΠΑ στην Ελλάδα, εκτός ίσως από όσους ζούσαν ακόμη με εμβάσματα ομογενών. Οι συμμαθητές παραξενεύτηκαν όταν ζωγράφισα μια αμερικάνικη σημαία στον πίνακα σ' ένα διάλειμμα του σχολείου, αν ήμουν στο δεύτερο τμήμα που έβγαζαν παμψηφεί κνίτισσα πρόεδρο δεν θα είχα γλιτώσει το κράξιμο, ευτυχώς ήμουν στο λιγότερο σκληροπυρηνικό πρώτο, να 'ναι καλά το Δέλτα του επωνύμου (μπορεί και να υπέθεσαν ότι έπαιρνα έμβασμα και να με λυπήθηκαν). Κόλλησα αναπόφευκτα μια προφορά που δεν έκοβε τα R της λήγουσας, σε αντίθεση με τη βρετανική που για κάποιο λόγο (ας τον πούμε υφέρποντα αντιαμερικανισμό ή απλά επιρροή του British Council) διδάσκεται ως κανονική στα ελληνικά φροντιστήρια. Έβλεπα ανελλιπώς τη Χιλ Στρητ και τους Ντιουξ, άκουγα Μπρους περισσότερο απ' ό,τι Μπριτ (ποπ/ροκ) - και κάπου εκεί το άφησα το πράγμα. Με απέτρεψαν πολλά από το να αναζητήσω ένα αμερικάνικο όνειρο: η διάχυτα επιθετική/ανταγωνιστική στάση της υπερατλαντικής κοινωνίας (που εξηγεί τον ιμπεριαλισμό μάλλον, παρά τρέφεται από αυτόν), η απόσταση που δεν επέτρεπε ένα γρήγορο ταξίδι, η έλλειψη πραγματικά δικών μου ανθρώπων στη δυτική πλευρά του Ατλαντικού, ακόμη και το κόστος των μεταπτυχιακών σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές εναλλακτικές. Η πρώτη μου απόπειρα για βίζα - για να συμμετάσχω σε συνέδριο - συνάντησε άρνηση καθώς συνοδεύτηκε από την πρώτη μου, πενιχρή, φορολογική δήλωση. Η οικονομική κετέστεση, όπως είπε ο πρόξενος, που τελικά πείστηκε με τη δεύτερη, όταν συνόδεψα την αίτηση με γράμμα από ομότιμο καθηγητή. Στη Βοστώνη έμεινα ελάχιστα - ούτε που συνήλθα από το τζετ λαγκ. Τα τηλεφωνήματα γίνονταν στα πεταχτά με ξυστές κάρτες και άγχος. Στην τωρινή μου επίσκεψη στις ΗΠΑ, μια εικοσαετία μετά, οι επικοινωνίες είναι άνετες, διάφορες κάρτες ανοίγουν όλες τις πόρτες, η γειτονιά είναι μοναδική - δυο τετράγωνα από το μάλλον μικρό Άσπρο Σπίτι και άλλα τόσα από τα παλιά λημέρια του Στρος Καν - και γεμάτη ανθρώπους που γνωρίζω. Το παράθυρο στον κόσμο όμως - στην ευτυχή τωρινή συγκυρία του παραδοσιακού διαβάσματος που ανακαλύπτω πάλι - είναι το αδελφό έντυπο (του ίδιου οίκου με το Newsweek) που ακόμα ζει, η κυριακάτικη εφημερίδα που ζυγίζει κάτι κιλά, κάποτε έριξε πρόεδρο και φέρει το όνομα της πρωτεύουσας, αυτής της πόλης που φιλοξενεί την αδιάλειπτη θεσμική έκφραση της σημερινής πολιτικής, όπως διαμορφώθηκε στην καθοριστική επανάσταση που για κάποιο λόγο (επιρροή του Γκρες, Φρανς, Αλλιάνς και - ναι - επίσης υφέρποντα αντιαμερικανισμό) δεν τη διδαχθήκαμε στα σχολεία μας ως τουλάχιστον εξίσου σημαντική με τα χαοτικά γεγονότα του 1789.



Δεν υπάρχουν σχόλια: